Στις αναμνήσεις μας από τα ταξίδια μας μας συντροφεύουν όχι μόνο τα τοπία, τα μνημεία και φυσικές ομορφιές του τόπου αλλά και οι γεύσεις ,οι μυρωδιές και οι άνθρωποι . Ελάτε μαζί μας σε ένα ακόμη ταξίδι αλλιώς για να γνωρίσουμε καλύτερά το Σαπούνι και την ιστορία του που χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Ιστορία
Από πολύ νωρίς οι άνθρωποι επιδίωξαν να βρουν ύλες για τον καθαρισμό του σώματος και των προϊόντων τους.
Ο περίφημος πάπυρος Ebers της Αίγυπτου από το 1550 π.Χ. μας γνωστοποιεί πως οι αρχαίοι Αιγύπτιοι λούζονταν τακτικά συνδυάζοντας ζωικά και φυτικά έλαια με αλκαλικά άλατα και δημιουργώντας κάτι που έμοιαζε με σαπούνι. Αναφέρουν επίσης μια ουσία παρόμοια με σαπούνι στην επεξεργασία μαλλιού για ύφανση.
Thn λέξη “sapo” αναφέρει για πρώτη φορά στο πόνημά του Naturalis Historia o Πλίνιος Πρεσβύτερος.
Ο Πλίνιος αναφέρει επίσης πως με τους καρπούς του φυτού Osyris alba-σκουποχορτο οι γυναίκες της εποχής του έφτιαχναν σαπούνια. Διαβάστε περισσότερα για το Osyris alba, το Σκουπόχορτο της ελληνικής υπαίθρου – thesekdromi.gr
Στην αρχαία Ελλάδα, φημισμένα εργαστήρια που έφτιαχναν σαπούνια (σάπωνες) υπήρχαν στο νησί της Λέσβου.
O Ζώσιµος ο Πανοπολίτης ,ο Έλληνας αλχημιστής που έζησε στα τέλη του 4ου και είναι αυτός που περιγράφει τόσο το σαπούνι όσο και την παρασκευή του. Ο Γαληνός κάνοντας περιγραφή της παρασκευής σαπουνιού µε τη χρήση αλυσίβας πληροφορεί πως το πλύσιμο παρασύρει τις ακαθαρσίες από το σώμα και τα ρούχα. Ο Γαληνός θεωρούσε καλύτερα σαπούνια τα Γερµανικά, και μετά τα Γαλατικά .
Από ιστορικές μαρτυρίες εικάζουμε πως οι Σταυροφόροι ήταν αυτοί που εισήγαγαν το Σαπούνι και την μέθοδο παρασκευής του στα λιμάνια της Μεσογείου. Τα πρώτα λιμάνια ήταν η Γένοβα στην Ιταλία, το Αλικάντε στην Ισπανία και η Μασσαλία στη Γαλλία.
Η σαπωνοποιία κατά το Μεσαίωνα μπορεί να είναι “γυναικεία εργασία” αλλά και δεν παύει να αποτελεί και ενασχόληση “ικανών τεχνιτών” στους οποίους εντάσσονταν οι ξυλουργοί, οι κτίστες και οι αρτοποιοί.
Σαπούνι Μασσαλίας
Στην Γαλλία κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα η σαπωνοποιία είχε συγκεντρωθεί στα κέντρα της Προβηγκίας, όπως η Τουλόν, η Ιέρ και η Μασσαλία. Αυτά εφοδίαζαν ολόκληρη τη χώρα.
Η Μασσαλία υποδέχτηκε με τον πιο θερμό τρόπο το Σαπούνι καθώς υπήρχε επάρκεια πρώτων υλών: στην περιοχή της Προβηγκίας υπάρχουν ακόμα ελαιόδενδρα και στην Camargue αφθονούσε το αλάτι και τα παραθαλάσσια φυτά (salicornes, salicornia europea) με την καύση των οποίων έπαιρναν το αλκάλι.
Ο πρώτος επίσημος σαπωνοποιός της Μασσαλίας ήταν ο Crescas Davin τον 14ο αιώνα. Την πρώτη μονάδα συστηματικής παραγωγής σαπουνιού δημιούργησε ο Georges Prunemoyr τo 1593.
Σημαντικός σταθμός για την οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας του σαπουνιού στη Μασσαλία ήταν το διάταγμα του J.B.Colbert το 1688 κατά την βασιλεία του Λουδοβίκου του 14ου .Με αυτό θεσπίσθηκαν οι κανόνες λειτουργίας των επιχειρήσεων καθώς και οι ποιοτικές προδιαγραφές του σαπουνιού.
Το σαπούνι Μασσαλίας είχε ευρύτατη χρήση στο παρελθόν τόσο στην προσωπική υγιεινή όσο και στον καθαρισμό του σπιτιού και των ρούχων. Ο 19ος και οι αρχές του 20ου αιώνα είναι η χρυσή εποχή της σαπωνοποιίας στη Μασσαλία. Η παραγωγή έφθανε τους 180.000 τόνους πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στις μέρες μας μόνο πέντε σαπωνοποιία στην περιοχή της Προβηγκίας εξακολουθούν και παράγουν το παραδοσιακό σαπούνι. Στην περιοχή λειτουργούν και Μουσεία για την ιστορία του σαπουνιού.