Σε μια από τις αποδράσεις του Τhesekdromi στη φύση είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε ένα σπάνιο λουλούδι της ελληνικής χλωρίδας. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ευωδιαστά λουλούδια της Άνοιξης, αυτό αναδύει μια απαίσια μυρωδιά που θυμίζει πτώμα. Ο λόγος για την Δρακοντιά.
Βοτανική
Η Δρακοντιά (Dracunculus vulgaris) είναι ένα εντυπωσιακό φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Αροειδών. Είναι φυτό που συναντούμε σε όλα τα Βαλκάνια και το βρίσκουμε σε αρκετά μέρη στην Ελλάδα. Θεωρείται μεγάλο φυτό καθώς μπορεί να φτάσει σε ύψος το ένα μέτρο. Πρόκειται για δηλητηριώδες φυτό διότι περιέχει υδροκυανικό οξύ. Αυτό σε συνδυασμό με την αροίνη κάνει τα φύλλα και τις ρώγες του καρπού να έχουν τοξική επίδραση σε ανθρώπους και ζώα. Τα φύλλα είναι μεγάλα, πολυσχιδή κυματοειδή με λευκά στίγματα. Ο βλαστός που είναι πολύ χαρακτηριστικός διαθέτει σχέδια που θυμίζουν ζέβρα. Οι καρποί του είναι 60-80 πορτοκαλοκόκκινα μούρα.
‘Αλλες ονομασίες
Συναντάται και με τις ονομασίες Στραχούρι, Δρακόντιον, φιδόχορτο, Αράπης, common dracunculus, dragon lily, dragon arum, the black arum, the voodoo lily, the snake lily, the stink lily, the black dragon, the black lily, dragonwort, ragons, drakondia. Με την ονομασία δρακοντιά βέβαια αναφέρονται κι άλλα είδη αροειδών (Arum sp.), τα οποία είναι γενικά γνωστά σαν φιδόχορτα. Με αυτή την ονομασία συναντάται και το Dracunculus vulgaris.
Η Δρακοντιά ήταν γνωστή από την αρχαιότητα, την αναφέρουν τόσο ο Θεόφραστος όσο και ο Γαληνός. Ο Διοσκουρίδης την συνιστούσε για το βήχα όπως και τη ρίζα του φυτού με κατάλληλη επεξεργασία ως αφροδισιακό.
Για τους αρχαίους η Δρακοντιά είχε σχέση με τα φίδια και πιθανόν σε συνδυασμό με την δυσάρεστη οσμή συνέδεαν το φυτό με τον κάτω κόσμο.
Χρήσεις του φυτού
Τον 16ο-18ο αιώνα σε περιπτώσεις μεγάλης πείνας χρησιμοποιήθηκε η αποξηραμένη ρίζα αντί άρτου λόγω της μεγάλης ποσότητας αμύλου που περιέχει. Η λήψη του προϋπόθετε καλό ψήσιμο προς καταστροφή των τοξικών συστατικών. Ακόμη και σήμερα στις Βαλεαρίδες νήσους υπάρχει ένα ψωμί που γίνεται από αλεύρι ρίζας δρακοντιάς και ασφόδελου.
Οι γυναίκες των χωριών της βόρειας Ιταλίας και Γαλλίας, μάζευαν τις ρίζες και τα κοτσάνια του φυτού που βρισκόταν ακόμη σε άνθηση και τα έκοβαν σε μικρά κομμάτια. Τα μούσκευαν μέσα σε νερό για τρεις εβδομάδες και στη συνέχεια τα πολτοποιούσαν και τον πολτό τον χρησιμοποιούσαν για τη λεύκανση των ασπρόρουχων αντί για σαπούνι. Οι γυναίκες ακόμη από τον 17ο αιώνα παρασκεύαζαν από τις ρίζες της δρακοντιάς ένα νερό (απόσταγμα) που χρησιμοποιούσαν σαν καλλυντικό του προσώπου και σαν ανανεωτικό του γερασμένου δέρματος.